Χθες ονειρεύτηκα ότι ακυρώθηκε η δυνατότητα να ταξιδεύουμε μέσω αέρος καθώς ένα ηφαίστειο έκανε τον ουρανό όλου του κόσμου μαύρο. Η ανθρωπότητα συνέχισε έτσι να υπάρχει και μετά την απουσία της αεροπλοΐας, με την καθοριστική εμπειρία της εφαρμογής της. Η νέα τάξη πραγμάτων επέβαλε στον κόσμο να κινείται ξανά και για πάντα μέχρι το τέλος του - που, εξάλλου, δεν ήταν μακριά - με τους περιορισμούς των ανθρωπίνων βιολογικών δυνατοτήτων. Οι παλιοί είπαν πως τα χρόνια του καπνού και της τέφρας θύμιζαν το παρελθόν. Οι νέοι πάλι είπαν πως οι αλλαγές ήταν πρωτόγνωρες και πως δεν έμοιαζαν σε τίποτα που ήξεραν. Όλος ο κόσμος έγινε ένα αρχιπέλαγος, όλες οι χώρες ήταν νησιά.
Στην αρχή κυριαρχούσε η απελπισία. Οι άνθρωποι είχαν συνηθίσει τόσο πολύ να φεύγουν που δεν ήξεραν πώς να μένουν. Συγκεντρώνονταν λοιπόν στα αεροδρόμια και κοίταζαν τον ουρανό. Μάταια όμως. Τα αεροδρόμια είχαν αναστείλει τη λειτουργία τους οριστικά από τους πρώτους κιόλας μήνες. Αλλού οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν στα λιμάνια και κοίταζαν την θάλασσα. Με τον ίδιο πόθο. Αλλά, όλα τα πλοία είχαν επιταχθεί για σημαντικές ανάγκες και λειτουργούσαν σχεδόν αποκλειστικά για τη μεταφορά απαραιτήτων αγαθών. Τελικά, με τον καιρό, τα πλοία βούλιαξαν το ένα μετά το άλλο, έτσι και το «απαραίτητο», μαζί και «οι ανάγκες». Την αρχική αγωνία διαδέχτηκε γρήγορα μια απρόσμενη στωικότητα. Ο νέος αυτός ρυθμός δεν ήταν βλέπετε «διορθώσιμος» και, εξάλλου, οι άνθρωποι κουράστηκαν να διορθώνουν. Αποφάσισαν έτσι υποχωρητικά ότι έπρεπε να αποδεχτούν τη νέα αυτή συνθήκη, σαν αδιαπραγμάτευτη ήττα.
Είχαν συντελέσει και κάποια γεγονότα που εντατικοποιούσαν την εν λόγω επιβεβλημένη επανάσταση. Ένα από αυτά ήταν πως οι πρόεδροι των πλείστων κρατών αποκλείστηκαν εκείνες τις μέρες κάπου στην κεντρική Ευρώπη όπου είχαν πάει την προηγουμένη της έκρηξης για την κηδεία ενός ομότιτλού τους. Στην αρχή, προσπάθησαν να διοικήσουν τις χώρες τους από ΅κει, αλλά η απόσταση δεν το επέτρεπε. Έτσι οι χώρες άρχισαν να διοικούνται από μόνες τους. Τους πρώτους μήνες δύσκολα. Κυριαρχούσε η ανομία και σημειώθηκαν διάφορα γεγονότα που προκαλούσαν αστάθεια. Εχθροπραξίες, ανταρσίες, πραξικοπήματα. Σιγά σιγά, όμως, τα κατάφεραν καλύτερα, μέχρι που, τελικά, ο καθένας, με κάποιον τρόπο, διοικούσε τον εαυτό του. Οι πρόεδροι έγιναν, λοιπόν, όλοι αγρότες και είχαν το χρόνο να μετανοήσουν για το παρελθόν και να ξεχάσουν το μέλλον. Έκτος από έναν, που έγινε κράτος από μόνος του. 'Αλλοι τον θαύμασαν, ενώ άλλοι τον είπαν τρελό.
Εν τω μεταξύ, διάφοροι θεσμοί, δραστηριότητες και εκδηλώσεις που θεωρούνταν σημαντικές διαβλήθηκαν πολύ σύντομα μέχρι που εξαφανίστηκαν τελείως. Ο κινηματογράφος, για παράδειγμα, σταμάτησε να υπάρχει από τα πρώτα κιόλας χρόνια. Οι ταινίες, μέχρι να φτάσουν από τις χώρες παραγωγής στις χώρες διανομής, ήταν ήδη άκαιρες και, εξάλλου, κανένας δεν ήθελε πια να κάθεται μέσα. Ήταν όλοι στους δρόμους. Η τέχνη, γενικότερα, δεν ενδιέφερε τον κόσμο και τα μουσεία άλλαξαν χρήση. Σε πολλές περιπτώσεις, έγιναν αποθήκες. Κανείς δεν διάβαζε, αλλά όλοι έγραφαν βιβλία. Η τηλεόραση δεν ασχολείτο καθόλου με ειδήσεις και οι πληροφορίες δεν είχαν πια καμία αξία. Έτσι, οι προβολές σταμάτησαν επίσης. Το παρελθόν δεν θεωρείτο σημαντικό και οι αρχαιότητες διατέθηκαν προς αξιοποίηση σε όσες περιπτώσεις ήταν χρήσιμες.
Εποχές δεν υπήρχαν. Πρώτα καταργήθηκε το καλοκαίρι. Η χρονιά εκείνη ονομάστηκε «Χρονιά Xωρίς Kαλοκαίρι». Με τον καιρό, καταργήθηκαν κι οι άλλες, μέχρι που δεν έμεινε καμία. Εν τω μεταξύ, οι πόλεις είχαν αποκοπεί από την επαρχία πολύ γρήγορα. Έπειτα, οι πόλεις καταργήθηκαν και έτσι καταργήθηκε και η επαρχία. Ήταν ή παντού πόλεις ή παντού επαρχία. Η ιεράρχηση σε μικρό, μεγάλο και πολύ μεγάλο, κατέστη λοιπόν εξαιρετικά σχετική και η αξιολόγηση των μεγεθών είχε σε πολλές περιπτώσεις αντιστραφεί και σε άλλες ακυρώθηκε παντελώς. Με τον καιρό αναπτύχθηκαν και νέες γλώσσες που απείχαν πολύ η μια από την άλλη. Τελικά, αναπτύχθηκε μια νέα γλώσσα για κάθε δύο ανθρώπους. Η οικονομία των ανταλλαγών είχε επίσης αλλάξει και το εμπόριο δεν υπήρχε πια. Στην αρχή, ήταν όλοι φτωχοί μέχρι που όλοι έγιναν πλούσιοι καθώς ό,τι είχε ο καθένας ήταν αρκετό. Μάλλον και η επιθυμία άλλαξε, είπαν πως δεν ίσχυε πια.
Ο Θεός είχε γίνει ή πολύ σημαντικός ή παντελώς ασήμαντος. Κάποιοι πίστεψαν πιο πολύ, κάποιοι σταμάτησαν να πιστεύουν για πάντα. Μετά, έγιναν όλοι θεοί και πίστευε ο ένας στον άλλο. Αυτοί που ήταν κοντά στη θάλασσα ήταν πιο ευτυχείς. Όχι πως διευκολυνόταν η δυνατότητα της φυγής - εξάλλου, η επιθυμία για ταξίδια είχε σβήσει τελείως - αλλά, γιατί η θάλασσα τούς επέτρεπε τη φαντασία αυτής της δυνατότητας. Στην Ελβετία άρχισαν να τρυπούν τις 'Αλπεις για να δουν τον ωκεανό. Τις τρύπησαν. Τον είδαν. Έκλεισαν τα μάτια. Θυμήθηκαν ακριβώς τι σημαίνει άνθρωπος και μετά το ξέχασαν και πάλι για πάντα.
Νεόφυτος Επιφανείου
Λονδίνο, 20/4/2010
(Δημοσιεύτηκε στον Πολίτη στις 27/4/2010 - Κωδικός άρθρου: 942697)
Τρίτη 27 Απριλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου